χερμάς

χερμάς
-άδος, ἡ, ΜΑ
χερμάδιον*, πέτρα για ρίψη εναντίον αντιπάλου (α. «χαλκῷ μέλη τετρωμένοι ἤ χερμάδι τηλεβόλῳ», Πίνδ.
β. «πόρρωθεν χερμάσι καὶ παλτοῑς ἔβαλλον», Ιώσ.)
αρχ.
1. βότσαλο ακρογιαλιάς («παρηονῑτις... χερμάς», Ανθ. Παλ.)
2. σωρός από πέτρες («κεῑμαι ξείνῃ ὑπὸ χερμάδι», Ανθ. Παλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. λ., η οποία από μορφολογική άποψη θα μπορούσε να συνδεθεί με το αρχ. ινδ. harmyam «μεγάλο σπίτι, πύργος» (πιθ. μέσω μιας σημ. «κατασκεύασμα από πέτρες»). Αντιθέτως, η σημασιολογικώς πιθανή σύνδεση με τα αρχ. σλαβ. kremy και ρωσ. kremenb «πυριτόλιθος» προσκρούει σε μορφολογικές δυσχέρειες. Κατ' άλλη άποψη, η λ. πρέπει να αναχθεί στην ΙΕ ρίζα *gher- «τρίβω», όπως άλλωστε και ο τ. χέραδος*, ο οποίος θεωρείται συγγενής, ενώ, τέλος, παλαιότερα η λ. συνδεόταν με τη λ. χείρ* (πρβλ. το ερμήνευμα τού Ησύχ. χερμάς
λίθος χειροπληθής, ὅν τῇ χειρὶ βαστάσαι καὶ ἀνελέσθαι δύναται τις). Η λ. χερμ-άς εμφανίζει κατάλ. -άς, η οποία απαντά σε ον. με περιληπτική, συγκεντρωτική σημ. (πρβλ. λιθ-άς, νιφ-άς) και θα μπορούσε να αποτελεί παρ. τού τ. χέρμα (πρβλ. δέρ-μα, κέρ-μα), ο οποίος απαντά μόνον στον Ησύχ. χέρμα
ποίημα, χάλιξ, γεγονός που δυσχεραίνει την εξακρίβωση τής αρχαιότητάς του].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • χερμάς — large pebble fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χερμάδα — χερμάς large pebble fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χερμάδας — χερμάς large pebble fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χερμάδες — χερμάς large pebble fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χερμάδι — χερμάς large pebble fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χερμάδος — χερμάς large pebble fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χερμάδων — χερμάς large pebble fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χερμάσι — χερμάς large pebble fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χερμάσιν — χερμάς large pebble fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χερμάδ' — χερμάδα , χερμάς large pebble fem acc sg χερμάδι , χερμάς large pebble fem dat sg χερμάδε , χερμάς large pebble fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”